Ιούλιος, 2021:

Η πανδημία έχει ζημιώσει σε μεγάλο βαθμό πολλές χώρες, αλλά κάποιες από αυτές ίσως έχουν αντιληφθεί τις ευκαιρίες που δημιουργούνται εν μέσω κρίσης. Λόγω του χαμηλoύ ποσοστού μολύνσεων από κορονοϊό, του φυσικού κάλλους και του χαμηλού κόστους διαβίωσης, η Ελλάδα εξελίσσεται σε ιδανικό προορισμό για τηλεργαζομένους και συγκεκριμένα για ψηφιακούς νομάδες. Τον περασμένο Νοέμβριο, η ελληνική κυβέρνηση ανακοίνωσε μείωση της τάξεως του 50% στον φόρο εισοδήματος των «ψηφιακών μεταναστών» που θα εγκατασταθούν στην χώρα μέσα στο 2021, η οποία θα βρίσκεται σε ισχύ για τα πρώτα εφτά χρόνια της διαμονής τους. Αυτή αποτελεί επιπλέον μια προσπάθεια της κυβέρνησης να προσελκύσει τους Έλληνες που μετανάστευσαν στο εξωτερικό κατά τη διάρκεια της μακράς οικονομικής ύφεσης που ακολούθησε την οικονομική κρίση του 2008.

Το τρίτο κύμα μετανάστευσης

Σύμφωνα με ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε από το Ινστιτούτο Μεταναστευτικής Πολιτικής, έχουν υπάρξει δύο σημαντικά κύματα μαζικής μετανάστευσης στην σύγχρονη ελληνική ιστορία. Το πρώτο κύμα έλαβε χώρα από τα τέλη του 19ου αιώνα ως τις αρχές του 20ου, ενώ το δεύτερο μετά το πέρας του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Το πρώτο κύμα μετανάστευσης αντιμετωπίστηκε θετικά από τις ελληνικές αρχές καθώς θεωρήθηκε ότι τα εμβάσματα των μεταναστών μπορούν να ενισχύσουν το ισοζύγιο πληρωμών.

Κατά τη διάρκεια του δεύτερου κύματος, οι Έλληνες μετανάστες, πολλοί εκ των οποίων προήλθαν  από περιοχές της υπαίθρου, αποτέλεσαν το κυρίως εργατικό δυναμικό των εκβιομηχανισμένων κρατών της Βόρειας Ευρώπης. Αργότερα, η περιοριστική μεταναστευτική πολιτική που εφαρμόστηκε από τις χώρες υποδοχής σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες, οδήγησαν στην επιστροφή των μεγάλου αριθμού αυτών των μεταναστών στην Ελλάδα.

Η τελευταία εκροή Ελλήνων, που θεωρείται από πολλούς ως το τρίτο κύμα μετανάστευσης, έλαβε χώρα μετά από την οικονομική κρίση του 2009. Η μεταναστευτική αυτή εκροή διαφοροποιείται από τις προηγούμενες λόγω των μοναδικών χαρακτηριστικών που τη διακρίνουν. Σύμφωνα με την ερευνητική εργασία Η νέα ελληνική μετανάστευση σε περιόδους κρίσης, πάνω από τα δύο τρίτα των ατόμων που μετανάστευσαν μετά την οικονομική κρίση είναι απόφοιτοι πανεπιστημίου. Επιπλέον σύμφωνα με τα ευρήματα, οι απόφοιτοι μεταπτυχιακών και προπτυχιακών τίτλων σπουδών από ιατρικές και πολυτεχνικές σχολές αγγίζουν το ένα τέταρτο του συνολικού αριθμού των αποδήμων.

 

To μορφωτικό υπόβαθρο των μεταναστών

Η τεχνολογία δίνει στην Ελλάδα ευκαιρίες για ανάπτυξη μέσω της προσέλκυσης καταρτισμένων μεταναστών

Πηγή: HO Survey data

 

Εξετάζοντας τη οικονομική κατάσταση των μεταναστών, η μελέτη αποκαλύπτει ότι τα άτομα που έφυγαν μετά την οικονομική κρίση του 2008 προήλθαν σε μεγάλο ποσοστό από οικογένειες πολύ υψηλού εισοδήματος. Συνεπώς, το γεγονός ότι τα μεσαία και υψηλά στρώματα “έστειλαν“ μετανάστες στο εξωτερικό μπορεί κατά μεγάλο ποσοστό να ερμηνευθεί ως ζήτημα επιλογής. Επιπλέον, η πλειοψηφία των αποδήμων του τρίτου κύματος δεν έχουν στείλει πίσω εμβάσματα.

Η διαρροή «ταλέντων» πέρα από την οικονομική κρίση

Σε μία προσεκτικότερη εξέταση, διαφαίνεται ότι η εκροή τόσων νέων και ταλαντούχων Ελλήνων από τη χώρα οφείλεται σε βαθύτερα αίτια που πρέπει να αναζητηθούν πέρα από την οικονομική κρίση. Ακολουθώντας το ρεύμα αύξησης των εισακτέων στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα που εμφανίστηκε στη Ευρώπη κατά τη δεκαετία του 1970, η Eλλάδα προώθησε το άνοιγμα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης μετά το 1985 [1].

Η αύξηση των εισακτέων οδήγησε σε υψηλά ποσοστά ανεργίας, καθώς παρουσιάστηκε έλλειψη θέσεων εργασίας για τους νεαρούς αποφοίτους. Τα υψηλά ποσοστά των μακροχρόνια ανέργων, η υποαπασχόληση και η απασχόλησης σε θέσεις ασύνδετες με τις σπουδές τους είναι ενδεικτικά της καθημερινότητας που αντιμετωπίζουν όσοι γεννήθηκαν μετά το 1970.

Μετά το 1990, το πρόβλημα αυτό έγινε πιο έκδηλο καθώς η ανεργία ανέβηκε στο 11.3% [2]. Ο δημόσιος τομέας αποτελεί την βασική πηγή απασχόλησης των πτυχιούχων στην Ελλάδα. Σύμφωνα με το άρθρο Ανασκοπήσεις της εθνικής εκπαιδευτικής  πολιτικής: Ελλάδα που δημοσιεύτηκε από τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), μετά την αύξηση των εισακτέων στα πανεπιστήμια κατά τα μέσα της δεκαετίας του 1980, σχεδόν το 75% των αποφοίτων απασχολούνταν στον δημόσιο τομέα 10 χρόνια μετά. Επιπλέον, σταδιακά η απορρόφηση και στον δημόσιο τομέα γίνεται ολοένα και πιο δύσκολη.

Όπως σημειώνεται στο ερευνητικό άρθρο Η νέα ελληνική μετανάστευση σε καιρούς κρίσης, η αναντιστοιχία μεταξύ προσφοράς-ζήτησης των πτυχιούχων και ειδικότερα η περιορισμένη ζήτηση των επαγγελμάτων του ιδιωτικού τομέα λόγω της χαμηλής προστιθέμενης αξίας προϊόντων και υπηρεσιών αποτελούν τις βαθύτερες αιτίες εκροής ταλέντων και επαγγελματιών από την Ελλάδα.

Ακμάζοντας μέσω της τεχνολογίας

Εδώ και αρκετό καιρό, η υποστήριξη της επιχειρηματικής ανάπτυξης, η ενίσχυση της επιχειρηματικής πρωτοβουλίας και η ενθάρρυνση της καινοτομικής ικανότητας των επιχειρήσεων έχουν αποτελέσει βασικές προτεραιότητες της ελληνικής κυβέρνησης με σκοπό την αύξηση της παραγωγικότητας και τη δημιουργία θέσεων εργασίας ιδιαίτερα στον ιδιωτικό τομέα. Προσφάτως, η ανακοίνωση μεγάλων τεχνολογικών επενδύσεων και η στρατηγική προσέλκυσης ψηφιακών εργαζομένων, δείχνουν την αποφασιστικότητα της χώρας να βελτιώσει το τεχνολογικό της αποτύπωμα. Έχει, όμως, η Ελλάδα ότι χρειάζεται για να πετύχει;

Η θέση της ως προς την εκπαίδευση είναι αρκετά ισχυρή καθώς γύρω στο 45% του πληθυσμού 25-34 ετών είναι απόφοιτοι ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, ποσοστό υψηλότερο του μέσου όρου των ευρωπαϊκών κρατών. Η Ελλάδα διατηρεί πλούσια παράδοση στις θετικές επιστήμες και τα μαθηματικά καθώς το ποσοστό αποφοίτων από σχολές STEM (στις Φυσικές Επιστήμες, την Τεχνολογία, την Επιστήμη των Μηχανικών και τα Μαθηματικά) είναι υψηλό. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με δεδομένα του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), κατά το 2017 η χώρα κατείχε το υψηλότερο ποσοστό πτυχιούχων στους τομείς των φυσικών επιστημών, των μαθηματικών και της στατιστικής, ενώ βρισκόταν και αρκετά υψηλά και ως προς την κατάταξη αποφοίτων από σχολές πληροφορικής και τεχνολογιών επικοινωνίας.

Από επιχειρηματικής πλευράς, η συντριπτική πλειοψηφία των ελληνικών επιχειρήσεων είναι μικρομεσαίες και έχουν περιορισμένη τραπεζική πρόσβαση, περιορισμένη πρόσβαση σε κεφαλαιακές αγορές, μηδενικό επιχειρηματικό κεφάλαιο και ελάχιστο επιχειρηματικό σχεδιασμό. Για την ενίσχυση της επιχειρηματικής ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων και για την στροφή τους στην ποιοτική επιχειρηματικότητα μέσω προϊόντων και υπηρεσιών προστιθέμενης αξίας, η κυβέρνηση έχει υιοθετήσει μία σειρά από στρατηγικές, συμπεριλαμβανομένης και χορήγησης κονδυλίων. Το 2012 η κυβέρνηση διένειμε 50 εκατομμύρια ευρώ σε τέσσερα μικρά ταμεία επιχειρηματικών κεφαλαίων, τα οποία χορήγησαν 73 εκατομμύρια ευρώ σε 63 νεοφυείς επιχειρήσεις. Το 2017 έξι όμοια ταμεία χρηματοδοτήθηκαν από έναν φορέα που δημιουργήθηκε με σύμπραξη του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επενδύσεων και της Ελληνικής Κυβέρνησης. Αναμένεται ότι το συνολικό ποσό που θα έχει χορηγηθεί μέχρι το 2023 θα ανέλθει στα 210 εκατομμύρια ευρώ [3].

Παρόλα αυτά υπάρχουν αρκετοί που αμφιβάλουν για το εάν η ελληνική τεχνολογική βιομηχανία  θα μπορέσει να προσελκύσει αρκετά κεφάλαια ώστε να σταθεροποιήσει την ανάπτυξη της. Ωστόσο, η πανδημία έχει οδηγήσει του επενδυτές να αντιληφθούν ότι το μέλλον της εργασίας βρίσκεται στην εξ ’αποστάσεως απασχόληση και να διακρίνουν τις προοπτικές που θα έχει η Ελλάδα με την προσέλκυση καταρτισμένων αποδήμων και ψηφιακών εργαζομένων. Σύμφωνα με ένα πρόσφατο άρθρο του TechCrunch, καθώς οι Έλληνες της διασποράς θα επιστρέφουν από τις μεγάλες πόλεις του δυτικού κόσμου, η ελληνική αγορά επιχειρηματικών κεφαλαίων θα συνεχίσει να μεγαλώνει.

Αυτό είναι ένα ακόμα άρθρο από την σειρά μας JANZZ In-depth Global Labor Market Insights. Αν χάσατε την προηγούμενη ανάρτησή μας: Η κινεζική στρατηγική για αγροτική αναγέννηση οδηγεί την επαγγελματική εκπαίδευση σε διεύρυνση. Η JANZZ.technology εξετάζει και συνεργάζεται με ποικίλες αγορές εργασίας ανά τον κόσμο. Αν ενδιαφέρεστε να μάθετε περισσότερες πληροφορίες για κάποια συγκεκριμένη αγορά εργασίας, ενημερώστε μας και ίσως γίνει το επόμενο μας θέμα.

 

[1] Saiti, A., & Prokopiadou, G. (2008). The demand for higher education in Greece. Journal of Further and Higher Education, 32(3), 285–296.
[2] Aristotelis Zmas. 2015. Financial crisis and higher education policies in Greece: between intra- and supranational pressures. URL: https://link.springer.com/article/10.1007/s10734-014-9787-0#ref-CR5
[3] Aristos Doxiadis. 2019. Attract the talent so tech can thrive in Greece. URL: https://www.ft.com/content/cb6714ca-711e-11e9-bf5c-6eeb837566c5